24-12-2018, 22:10
ΣΩΚΡΑΤΗΣ (469 - 399 π.Χ.)
Ο διασημότερος φιλόσοφος όλων των αιώνων και των εποχών Σωκράτης, γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης, γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου, μετά από μια ζωή πλουσιότατη σε δράση και διδασκαλία, φιλοσοφική, πέθανε το 399 π.Χ. πίνοντας το κώνειο, ύστερα απ’ τη γνωστή θανατική καταδίκη του, σε ηλικία 70 ετών.
Πριν απ’ όλα τα άλλα θεωρούμε απαραίτητο να υπενθυμίσουμε εδώ τον χρησμό εκείνο του αρχαίου μαντείου, ο οποίος έλεγε, όπως έχουμε αναφέρει και σε άλλο σημείο,: «Σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ’ απάντων Σωκράτης σοφότατος». Αρχικά ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα του, που ήταν γλύπτης· αλλά σε λίγο το παράτησε κι άρχισε να ασχολείται αποκλειστικά με τη φιλοσοφία, την οποία θεράπευσε σε όλο το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του.
Μαθήτευσε κοντά στον Αναξαγόρα και άλλους φιλοσόφους του και τού του· το αποτέλεσμα ήταν να αναδειχτεί πολύ σύντομα σαν λίαν σπουδαίος και μεγάλος φιλόσοφος των Αθηνών, που, με τη διαλεκτικά διατυπωμένη περίφημη διδασκαλία του, συνάρπαζε κυριολεκτικά τους μαθητές του και τον κόσμο, ο οποίος συνέρεε και κατανυχτικά τον άκουγε.
Από τη στιγμή, που αποφάσισε να αφοσιωθεί στις φιλοσοφικές του διατριβές, δεν ασκούσε κάποιο άλλο επάγγελμα καθαρά βιοποριστικό· αλλά, ελεύθερος, γυρνούσε στις όχθες του Ιλισσού, τα καταστήματα και τις διάφορες στοές της πόλης, άσχημος γενικά κατά την όψη, ξυπόλητος και κακοφορεμένος, διδάσκοντας, παροτρύνοντας, συμβουλεύοντας και καυτηριάζοντας (ανάλογα με την περίσταση) τους οπαδούς του κι όσους άλλους τον περιστοίχιζαν.
Δεν έγραψε κανένα έργο, ότι δε γνωρίζουμε σχετικά με αυτόν αντλείται από συγγράμματα των μαθητών του Πλάτωνα, Ξενοφώντα και Αριστοτέλη. Με τη διδασκαλία του προσπάθησε να διορθώσει τα «κακώς κείμενα» της κοινωνίας, κηρύσσοντας συνέχεια την αλήθεια και την αρετή. Δίδασκε πάντα δωρεάν και ποριζόταν τα αναγκαία για το «ζην» μόνο από τις προσφορές των οπαδών του.
Ξεκινούσε τη διδασκαλία του από τα Γυμνάσια κάθε πρωί και την παρέτεινε το απόγευμα στους περιπάτους και ως αργά το βράδυ. Ανάμεσα στους μαθητές του συγκαταλέγονται πλείστοι όσοι υστερότερα σπουδαίοι και ισχυροί παράγοντες των γραμμάτων και της αθηναϊκής πολιτικής, σαν τον Πλάτων, τον Αλκιβιάδη, τον Αισχίνη, τον Αντισθένη, τον Ευκλείδη, τον Κρίτωνα, τον Φαίδωνα κ.α.
Πρέσβευε και δίδασκε ότι υπάρχει ένα υπέρτατο ον, το οποίο το ονόμαζε «δαιμόνιον μεγίστης σοφίας και αγαθότητας». Από το σημείο αυτό ξεκινώντας μερικοί εχθροί του, που δεν τον χώνευαν γιατί έλεγχε συνέχεια το βίο και την πολιτεία του, ως παραγόντων της δημόσιας αθηναϊκής ζωής, τον κατηγόρησαν πως στρέφεται δήθεν εναντίον στους αναγνωρισμένους θεούς, εισάγοντας «καινά δαιμόνια» και παραβιάζοντας έτσι το νόμο, ο οποίος, με ποινή θανάτου, απαγόρευε κάθε προσβολή των καθιερωμένων θεοτήτων της εποχής.
Και συνάμα ότι με τον τρόπο του αυτό διαφθείρει τη νεολαία της πόλης και διαδίδει μεταξύ της νέες ανατρεπτικές ιδέες. Μετά την κατηγορία, ο ρήτορας Λυσίας προσφέρθηκε να τον υπερασπιστεί δωρεάν· αλλά ο Σωκράτης δεν το δέχθηκε αυτό κι ανέλαβε από μόνος του την υπεράσπισή του μπροστά στο από 500 μέλη δικαστήριο, που τον δίκασε.
Παρότι στην απολογία του απέδειξε περίτρανα την αθωότητά του, με δύναμη και διαλεκτική δεινότητα πραγματικά ασύγκριτες, εντούτοις, η απόφαση βγήκε τελικά καταδικαστική σε βάρος του (με πλειοψηφία 283 ψήφων, σε σύνολο 500).
Όταν, αμέσως μετά, του είπαν να υποβάλει αίτηση μετατροπής της ποινής του σε εξορία ή πρόστιμο, αυτός πάλι αρνήθηκε να το κάνει, λέγοντας πως, αν το έκανε αυτό, θα ήταν σαν παραδεχόταν ο ίδιος την ενοχή του. Όταν επίσης, κατά τις τελευταίες μέρες πριν απ’ τη θανάτωσή του, ο μαθητής του Κρίτωνας του υπέδειξε να δραπετεύσει (είχε δωροδοκήσει του φύλακές του) και στη συνέχεια να φυγαδευτεί μακριά, εκείνος ξανά αρνήθηκε, λέγοντας ότι χρέος του πολίτη είναι να υπακούει στους κείμενους νόμους της πατρίδας του.
Την ημέρα της εκτέλεσής του, αφού έκανε πιο πριν στους μαθητές του μια υπέροχη διδασκαλία, σχετική με την αθανασία της ψυχής, με θαυμαστή κι απόλυτη αταραξία, πήρε από το δεσμοφύλακα του το φλιτζάνι με το κώνειο και, όταν το ήπιε. «εξεμάρτησε το ζήν», δίνοντας με τον τρόπο τούτο, στον κόσμο ένα ισχυρότατο παράδειγμα φιλοπατρίας, αρετής και τέλειας προσήλωσης στους νόμους και τις πεποιθήσεις του.
Μεταξύ των γνωμικών και αποφθεγμάτων του Σωκράτη ξεχωρίζουν, κατά τη γνώμη μας, τα παρακάτω τρία:
1) «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα», που σημαίνει: «Ένα ξέρω, πως τίποτα δεν ξέρω» (μπροστά στον απέραντο ωκεανό της ανθρώπινης γνώσης).
2) «Αρχή σοφίας της αγνοίας η γνώσις», δηλαδή: «Η γνώση της άγνοιας του συνιστά την αφετηρία της (αληθινής) σοφίας για έναν άνθρωπο».
3) «Η παιδεία, καθάπερ ευδαίμων χώρα, πάντα τ’ αγαθά φέρει», που σημαίνει: «Όπως ακριβώς μια εύφορη χώρα, έτσι κι η παιδεία μας φέρνει όλα τα εν γένει καλά».
Ο διασημότερος φιλόσοφος όλων των αιώνων και των εποχών Σωκράτης, γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης, γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου, μετά από μια ζωή πλουσιότατη σε δράση και διδασκαλία, φιλοσοφική, πέθανε το 399 π.Χ. πίνοντας το κώνειο, ύστερα απ’ τη γνωστή θανατική καταδίκη του, σε ηλικία 70 ετών.
Πριν απ’ όλα τα άλλα θεωρούμε απαραίτητο να υπενθυμίσουμε εδώ τον χρησμό εκείνο του αρχαίου μαντείου, ο οποίος έλεγε, όπως έχουμε αναφέρει και σε άλλο σημείο,: «Σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ’ απάντων Σωκράτης σοφότατος». Αρχικά ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα του, που ήταν γλύπτης· αλλά σε λίγο το παράτησε κι άρχισε να ασχολείται αποκλειστικά με τη φιλοσοφία, την οποία θεράπευσε σε όλο το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του.
Μαθήτευσε κοντά στον Αναξαγόρα και άλλους φιλοσόφους του και τού του· το αποτέλεσμα ήταν να αναδειχτεί πολύ σύντομα σαν λίαν σπουδαίος και μεγάλος φιλόσοφος των Αθηνών, που, με τη διαλεκτικά διατυπωμένη περίφημη διδασκαλία του, συνάρπαζε κυριολεκτικά τους μαθητές του και τον κόσμο, ο οποίος συνέρεε και κατανυχτικά τον άκουγε.
Από τη στιγμή, που αποφάσισε να αφοσιωθεί στις φιλοσοφικές του διατριβές, δεν ασκούσε κάποιο άλλο επάγγελμα καθαρά βιοποριστικό· αλλά, ελεύθερος, γυρνούσε στις όχθες του Ιλισσού, τα καταστήματα και τις διάφορες στοές της πόλης, άσχημος γενικά κατά την όψη, ξυπόλητος και κακοφορεμένος, διδάσκοντας, παροτρύνοντας, συμβουλεύοντας και καυτηριάζοντας (ανάλογα με την περίσταση) τους οπαδούς του κι όσους άλλους τον περιστοίχιζαν.
Δεν έγραψε κανένα έργο, ότι δε γνωρίζουμε σχετικά με αυτόν αντλείται από συγγράμματα των μαθητών του Πλάτωνα, Ξενοφώντα και Αριστοτέλη. Με τη διδασκαλία του προσπάθησε να διορθώσει τα «κακώς κείμενα» της κοινωνίας, κηρύσσοντας συνέχεια την αλήθεια και την αρετή. Δίδασκε πάντα δωρεάν και ποριζόταν τα αναγκαία για το «ζην» μόνο από τις προσφορές των οπαδών του.
Ξεκινούσε τη διδασκαλία του από τα Γυμνάσια κάθε πρωί και την παρέτεινε το απόγευμα στους περιπάτους και ως αργά το βράδυ. Ανάμεσα στους μαθητές του συγκαταλέγονται πλείστοι όσοι υστερότερα σπουδαίοι και ισχυροί παράγοντες των γραμμάτων και της αθηναϊκής πολιτικής, σαν τον Πλάτων, τον Αλκιβιάδη, τον Αισχίνη, τον Αντισθένη, τον Ευκλείδη, τον Κρίτωνα, τον Φαίδωνα κ.α.
Πρέσβευε και δίδασκε ότι υπάρχει ένα υπέρτατο ον, το οποίο το ονόμαζε «δαιμόνιον μεγίστης σοφίας και αγαθότητας». Από το σημείο αυτό ξεκινώντας μερικοί εχθροί του, που δεν τον χώνευαν γιατί έλεγχε συνέχεια το βίο και την πολιτεία του, ως παραγόντων της δημόσιας αθηναϊκής ζωής, τον κατηγόρησαν πως στρέφεται δήθεν εναντίον στους αναγνωρισμένους θεούς, εισάγοντας «καινά δαιμόνια» και παραβιάζοντας έτσι το νόμο, ο οποίος, με ποινή θανάτου, απαγόρευε κάθε προσβολή των καθιερωμένων θεοτήτων της εποχής.
Και συνάμα ότι με τον τρόπο του αυτό διαφθείρει τη νεολαία της πόλης και διαδίδει μεταξύ της νέες ανατρεπτικές ιδέες. Μετά την κατηγορία, ο ρήτορας Λυσίας προσφέρθηκε να τον υπερασπιστεί δωρεάν· αλλά ο Σωκράτης δεν το δέχθηκε αυτό κι ανέλαβε από μόνος του την υπεράσπισή του μπροστά στο από 500 μέλη δικαστήριο, που τον δίκασε.
Παρότι στην απολογία του απέδειξε περίτρανα την αθωότητά του, με δύναμη και διαλεκτική δεινότητα πραγματικά ασύγκριτες, εντούτοις, η απόφαση βγήκε τελικά καταδικαστική σε βάρος του (με πλειοψηφία 283 ψήφων, σε σύνολο 500).
Όταν, αμέσως μετά, του είπαν να υποβάλει αίτηση μετατροπής της ποινής του σε εξορία ή πρόστιμο, αυτός πάλι αρνήθηκε να το κάνει, λέγοντας πως, αν το έκανε αυτό, θα ήταν σαν παραδεχόταν ο ίδιος την ενοχή του. Όταν επίσης, κατά τις τελευταίες μέρες πριν απ’ τη θανάτωσή του, ο μαθητής του Κρίτωνας του υπέδειξε να δραπετεύσει (είχε δωροδοκήσει του φύλακές του) και στη συνέχεια να φυγαδευτεί μακριά, εκείνος ξανά αρνήθηκε, λέγοντας ότι χρέος του πολίτη είναι να υπακούει στους κείμενους νόμους της πατρίδας του.
Την ημέρα της εκτέλεσής του, αφού έκανε πιο πριν στους μαθητές του μια υπέροχη διδασκαλία, σχετική με την αθανασία της ψυχής, με θαυμαστή κι απόλυτη αταραξία, πήρε από το δεσμοφύλακα του το φλιτζάνι με το κώνειο και, όταν το ήπιε. «εξεμάρτησε το ζήν», δίνοντας με τον τρόπο τούτο, στον κόσμο ένα ισχυρότατο παράδειγμα φιλοπατρίας, αρετής και τέλειας προσήλωσης στους νόμους και τις πεποιθήσεις του.
Μεταξύ των γνωμικών και αποφθεγμάτων του Σωκράτη ξεχωρίζουν, κατά τη γνώμη μας, τα παρακάτω τρία:
1) «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα», που σημαίνει: «Ένα ξέρω, πως τίποτα δεν ξέρω» (μπροστά στον απέραντο ωκεανό της ανθρώπινης γνώσης).
2) «Αρχή σοφίας της αγνοίας η γνώσις», δηλαδή: «Η γνώση της άγνοιας του συνιστά την αφετηρία της (αληθινής) σοφίας για έναν άνθρωπο».
3) «Η παιδεία, καθάπερ ευδαίμων χώρα, πάντα τ’ αγαθά φέρει», που σημαίνει: «Όπως ακριβώς μια εύφορη χώρα, έτσι κι η παιδεία μας φέρνει όλα τα εν γένει καλά».